top of page
Search
Writer's picturezografosmedia

Υπόθεση ΑΓΕΤ-Ηρακλής: Η δολοφονία Βρανόπουλου και ο δημοσιογράφος Χρήστος Λαμπράκης

Στις 11 Ιανουαρίου 1994 το ΠΑΣΟΚ, που είχε κερδίσει τις εκλογές

τον Οκτώβριο του 1993, συγκροτεί προανακριτική επιτροπή κατά

του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των

πρώην υπουργών Ανδρέα Ανδριανόπουλου και Γιάννη Παλαιο-

κρασσά για την πώληση της ΑΓΕΤ.


Στις 24 Ιανουαρίου 1994 ο Κουφοντίνας της «17 Νοέμβρη» δο-

λοφονεί εν ψυχρώ τον Μιχάλη Βρανόπουλο, πρώην διοικητή της

Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος ήταν εκ των πρωταγωνιστών στην

πώληση της ΑΓΕΤ, αφού η τράπεζα που διηύθυνε κατείχε το μεγα-

λύτερο ποσοστό των μετοχών της τσιμεντοβιομηχανίας.

Το Σεπτέμβριο του 1994 παραπέμπονται στο Ειδικό Δικαστή-

ριο ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και οι

πρώην υπουργοί Ανδρέας Ανδριανόπουλος και Γιάννης Παλαιο-

κρασσάς. Στις αρχές του 1995 η δίωξη αναστέλλεται με απόφαση

της πλειοψηφίας της Βουλής, της ίδιας πλειοψηφίας (δηλαδή του

ΠΑΣΟΚ) που ψήφισε την παραπομπή. Έτσι κλείνει «άδοξα» μια με-

λανή σελίδα της πολιτικής ιστορίας συνδεδεμένης με την ατέρμο-

νη σκανδαλολογία.


Ενώ στην αμέσως προηγούμενη ιστορία περιγράφω ένα χαρι-

τωμένο περιστατικό από την μακρά επαγγελματική ενασχόλησή

μου με την υπόθεση ΑΓΕΤ-Ηρακλής, εδώ οφείλω να σας ομολογήσω

ότι μετά τη δολοφονία Βρανόπουλου τα χρειάστηκα για τα καλά.


Στις 2 Απριλίου 1993 συναντήθηκα με τον Βρανόπουλο στο

γραφείο του, με αφορμή την αποκάλυψη στο τεύχος του «Οικο-

νομικού» της προηγούμενης ημέρας ότι από τον Ιανουάριο του

1992 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε απαγορεύσει στην ΑΓΕΤ (κατά

συνέπεια στην Εθνική Τράπεζα) να συμμετάσχει στην εξαγορά

των Τσιμέντων Χαλκίδας. Αυτό ήταν ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα

στην όλη υπόθεση, γιατί η κυβέρνηση και προσωπικά ο Μητσο-

τάκης, παρότι γνώριζε την απόφαση, βεβαίωνε ότι ο όμιλος CALNAT

(Καλτσεστρούτσι-Εθνικής) που αγόρασε την πλειοψηφία των

μετοχών της ΑΓΕΤ, θα αγόραζε και την άλλη προβληματική τσιμε-

ντοβιομηχανία.


Η συζήτηση εξελίχθηκε σε μια μακρά συνέντευξη, το πρώτο

μέρος της οποίας δημοσιεύθηκε στις 8/4/1993, αλλά αποδιδόταν

σε ανώτατο στέλεχος της Εθνικής και όχι στον διοικητή της ονο-

μαστικά.

Γενικώς στον «Οικονομικό» δεν ήταν πάντα αποδεκτή αυτή η

μέθοδος αρθρογραφίας, επειδή όμως αυτά που έλεγε ο Βρανό-

πουλος –έστω και ανώνυμα– ήταν σημαντικά, οι επικεφαλής της

σύνταξης (Γιάννης Μαρίνος, Δημήτρης Στεργίου και Αντώνης Πα-

παγιαννίδης) συμφώνησαν με την άποψή μου και το άρθρο δημο-

σιεύθηκε.


Έκτοτε και ειδικά μετά την απομάκρυνση του Βρανόπουλου

από την Εθνική (1/11/1993) είχα ασχοληθεί αρκετές φορές με το

θέμα των κατηγοριών του και έκανα επίσης αναφορά στο δεύτερο

μέρος της συνέντευξης, για το οποίο περίμενα την αποδέσμευσή

μου από το «off the record», όπως μου είχε υποσχεθεί ο τραπεζίτης.

Όταν λοιπόν η «17 Νοέμβρη» δολοφόνησε τον Βρανόπουλο

και διαβάζοντας την προκήρυξή της, στην οποία γίνονταν αναφο-

ρές στο ρόλο και στα όσα εικαζόταν ότι γνώριζε ο Βρανόπουλος,

φοβήθηκα μήπως ξαφνικά η τρομοκρατική οργάνωση χτυπήσει

την πόρτα μου και ζητήσει να μάθει λεπτομέρειες. Θεώρησα ότι

μετά την δολοφονία του τραπεζίτη αποδεσμευόμουν, κατά κά-

ποιο τρόπο, από το «off the record». Πήγα λοιπόν στον Μαρίνο,

του παρέδωσα τη συνέντευξη και του είπα ότι μετακομίζω μέχρι

να δημοσιευθεί.


Τα κρίσιμα σημεία της συνέντευξης ήταν τα εξής:

α. Κανένα πολιτικό πρόσωπο δεν πήρε μίζα από την πώληση της

ΑΓΕΤ.

β. Κάποια επιφανή στελέχη των δύο μεγάλων κομμάτων (ΝΔ και

ΠΑΣΟΚ) θα επωφεληθούν από την άλλη πώληση που συνδέεται

με την ΑΓΕΤ (διάβαζε Τσιμέντα Χαλκίδας). Και στο σημείο αυτό

ήταν το ζουμί.

γ. Ο Μητσοτάκης είχε δικές του πληροφορίες όταν έλεγε ότι θα

πωληθούν και τα Τσιμέντα Χαλκίδας, ενώ ο ίδιος ο Βρανόπου-

λος του είχε εξηγήσει ότι αυτό δεν γινόταν. Γιατί άραγε;

δ. Η Καλτσεστρούτσι θα πλήρωνε 41 δις δραχμές ( ! ) για την αγο-

ρά της χρεοκοπημένης ΑΓΕΤ, γιατί την ενδιέφεραν τα ενεργει-

ακά. Το είχε επισημάνει εξάλλου και ο Ανδρέας Παπανδρέου

στη Βουλή.


Το φύλλο του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» με τη συνέντευξη Βρανόπουλου.

---------


Ο Μαρίνος διαβάζει το κείμενο και προτείνει να γίνει μια συ-

νολική παρουσίαση με το ιστορικό της υπόθεσης. Αφού τέλειωσα

το άρθρο και το παρέδωσα, μου λέει ότι πρέπει να ενημερώσει το

μεγάλο αφεντικό, τον Χρήστο Λαμπράκη.

Μένω άφωνος, αφού όσο καιρό ήμουν στον «Οικονομικό» και

από την προηγούμενη θητεία μου στα «Νέα», γνώριζα ότι ο ιδιο-

κτήτης του συγκροτήματος δεν παρενέβαινε ποτέ στο περιεχόμε-

νο των εντύπων.



Βγαίνοντας από το γραφείο πέφτω πάνω στον Παπαγιαννίδη

και τον ρωτάω:

— Ποια είναι η σχέση Βρανόπουλου-Λαμπράκη;

— Στενάχωρα στενή, μου απαντά με το γνωστό του χρησμο-

δοτικό του στυλ.

Στους χρησμούς του Αντώνη είχα συνηθίσει τότε, αλλά και σή-

μερα να τον ρωτούσα, είμαι βέβαιος ότι θα απαντούσε με τον ίδιο

τρόπο. Έμαθα αργότερα ότι Λαμπράκης και Βρανόπουλος ήταν

κοντινοί φίλοι.

Δεν περνά πολλή ώρα και με καλεί ο Μαρίνος στο γραφείο του

λέγοντας ότι ο Λαμπράκης συμφωνεί να δημοσιευθεί η συνέντευ-

ξη γιατί προέχει η προστασία μου, από οποιονδήποτε κίνδυνο.

Θεωρεί επίσης ότι το περιεχόμενο έχει δημοσιογραφι-

κό ενδιαφέρον και δεν τοννοιάζει αν θα ενοχληθούν

ορισμένοι πολιτικοί.


Ο Λαμπράκης μπορεί νακληρονόμησε ένα μεγάλο

συγκρότημα το οποίο ανέπτυξε περαιτέρω, αλλά δεν

ήταν μόνον επιχειρηματίας, ήταν πάνω απ’ όλα δημοσιογράφος και μάλιστα μορφωμένος, άνθρωπος της τέχνης και του πολιτισμού. Ακόμα και σήμερα θυμά-

μαι τους συλλεκτικούς δίσκους/δώρα για την περίοδο των γιορτών που παρήγαγε για λογαριασμό του η CBS, η οποία αργότερα εξαγοράσθηκε από την Sony Music.

Τώρα πια τα έντυπα του πάλαι ποτέ κραταιού συγκροτήματος

Τύπου μόνο για περιτύλιγμα στην Βαρβάκειο και σε άλλες λαϊκές

αγορές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, αν δεν το απαγόρευε

ο νόμος.


Ευτυχώς, ο «Οικονομικός» γλύτωσε και δεν υπάρχει πια για να

ζήσει την καφρίλα της σύγχρονης «δημοσιογραφίας» και των «εκ-

δοτών» της. Τώρα βέβαια, ελπίζω να μην τους έβαλα καμιά ιδέα και προχω-

ρήσουν στην επανέκδοσή του.

(ΥΓ Να που η νέα ιδιοκτησία το αποτόλησε και εξέδωσε τον ΟΤ για να δούμε πόσα παιχνίδια μαριναρισμένα ή μη θα παίξει)


Τόνια Μάκρα: Πολύ ενδιαφέρον ! Όσο για το Λαμπράκη συμφωνώ πρώτα από όλα δημοσιογράφος αλλά και βαθιά μορφωμένος,

άλλη ποιότητα εκδότης τί να πεις.


ΓΖ: Να προσθέσω, ότι ακόμα και αισθητικά, εμφανισιακά ξεχώ-

ριζε σε σχέση τους σημερινούς «εκδότες».


Τόνια Μάκρα: Ήτανε άλλος κόσμος ο Λαμπράκης


Παντελής Λαζαρίδης: Ενδιαφέρον, χρήσιμο και αυθεντικό αφή-

γημα. Περιμένω και τη συνέχεια. Τα λίγα που γνώριζα από το πα-

ρατηρητήριο του Βόλου (ήμουν τότε και αντιδήμαρχος) και τα

ακόμη λιγότερα που θυμάμαι, είναι όλα σ’ αυτό το πλαίσιο με το

πρόσθετο στοιχείο του ρόλου που έπαιζε η ΑΓΕΤ ως εργοδότης

τόσου κόσμου και έτσι ως ρυθμιστής και στο κοινωνικό και στο

τοπικό πολιτικό επίπεδο. Ο Λαμπράκης (τον γνώριζα χρόνια και

την οικογένειά του από συνεργασίες στο ακαδημαϊκό και καλλιτε-

χνικό πλαίσιο) ήταν « εν τάξει». Πολύ και εντελώς εντάξει. Είναι λε-

πτομέρεια αλλά είναι χαρακτηριστική: δεν θα ξεχάσω πόσο, πώς

και με τι λεπτότητα αντιμετώπισε βοηθώντας στην αρρώστια του

τον αγαπημένο Γιάννη Φάτση. Έμαθα πως έτσι ήταν με όλους τους

εργαζόμενους. Μετά το πράγμα μουντζουρώθηκε με τους Ψ/δες

και κατέληξε σ’ αυτήν την συνολική απαξίωση που μας προσβάλει

και μας απειλεί .


ΓΖ: Δεν υπάρχει συνέχεια. Εδώ τελείωσα με την υπόθεση ΑΓΕΤ.

Δεν έχω άλλες ιστορίες και πριν από 25 χρόνια υποσχέθηκα στον

εαυτό μου να μην ασχοληθώ ποτέ ξανά με την ουσία της υπόθεσης αυτής.


Αντώνης Παπαγιαννίδης: Σοφό


Δημήτρης Καπράνος: Φίλε Γιάννη, χαίρομαι που αποκαλύπτεις

την πολυμέρεια και την δυναμική του Χρήστου Λαμπράκη, μια

από τις πλέον σημαντικές μορφές του χώρου μας. Επίσης χαίρο-

μαι που θυμίζεις τον «Οικονομικό», το περιοδικό στο οποίο κάθε

μας δημοσίευση –έστω και μονόστηλο– διαβαζόταν με προσοχή

από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Όμορφα χρόνια, που

σαρώθηκαν από την «πρόοδο», την οποία πολύ σωστά παρουσία-

σες στον επίλογο του δημοσιεύματός σου.


Διαδικτυακή φίλη: Πολύτιμη κατάθεση!


Τζώρτζια Κοντράρου: Αγαπητέ, είναι ενδιαφέρον να θυμόμαστε

σκάνδαλα που κουκουλώθηκαν. Επειδή εκείνη την εποχή παρακο-

λουθούσα την υπόθεση για λογαριασμό των ΝΕΩΝ, του Βήματος

και του Σκάι οφείλουμε για την ακρίβεια της ιστορίας να πούμε

ότι ο Βρανόπουλος είπε μία ανακρίβεια: Ότι κανείς δεν πήρε λε-

φτά. Η οικογένεια Μητσοτάκη πήρε και χοντρά μάλιστα. Και αυτό

προέκυπτε από τα στοιχεία των προανακρίσεων. Ας μακαρίζουν

τον Ανδρέα που τους την χάρισε, γιατί ήθελε να βάλει ένα τέλος

στα δικαστήρια.


ΓΖ: Ευχαριστώ για το σχόλιο, αλλά εδώ γράφω τις ιστορίες μου

όπως τις έζησα. Δεν γράφω την Ιστορία, ούτε κάτι για το οποίο δεν

έχω προσωπική γνώση ή άποψη.


Διαδικτυακός φίλος: Εκτίμηση μου είναι ότι αυτή η, σε πολλές

περιπτώσεις «τεχνητή», παραφιλολογία σκανδάλων γύρω από

εκείνες τις πρώιμες αποκρατικοποιήσεις, με κύριο ένοχο την τότε

αντιπολίτευση, μας οδήγησε στη χρεωκοπία. Η οποία χρεωκοπία,

δεν υπήρξε, ασφαλώς, αποτέλεσμα μιας διακυβέρνησης πέντε

ετών από μια Κυβέρνηση που δεν απέφυγε τα λάθη της, αλλά ήταν

δομική, αφού στα πολύ σημαντικά οικονομικά προβλήματα της

δεκαετίας του ‘80, ήρθε η λογιστική συγκάλυψή τους από τον τέως

καταλληλότερο (για τους στόχους των Γερμανών) κ. Σημίτη και η

διακτίνιση του τότε χρέους στο μέλλον. Το τραγικό είναι ότι την

περίοδο αυτή κυριάρχησε ένα κόμμα που θεωρητικά και φραστι-

κά ήταν υπέρ των αποκρατικοποιήσεων, ενώ στην πράξη έπρεπε

να ενεργήσει σύμφωνα με τα συμφέροντα των συντεχνιών που το

στήριζαν, τα οποία συμφέροντα, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με

τον κρατισμό. Ακόμα και στην «εκσυγχρονιστική» εκδοχή του, η

φράση του Γιάννου «κάθε μήνα και μια αποκρατικοποίηση», έγινε,

τελικά «καμιά αποκρατικοποίηση», διά τον φόβον της απώλειας

της νομής της εξουσίας.

60 views0 comments

Comments


bottom of page