(δημοσιεύθηκε στις 25 Μαϊου 2022 στο kappanews.gr)
Η Γαλλία είναι από τις κινητήριες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μαζί με τη Γερμανία, κατά πρώτο λόγο και τις χώρες του Μπενελουξ ακολούθως, επηρεάζουν αποφασιστικά τις τύχες και τη μελλοντική πορεία της. Οι επερχόμενες βουλευτικές εκλογές (12 και 19 Ιουνίου) ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις και στις προοπτικές της Ε.Ε. αν διαψευσθούν οι δημοσκοπήσεις, ηττηθεί το κόμμα του Προέδρου Μακρόν και πλειοψηφήσει είτε ο Συνασπισμός της Αριστεράς του Ζαν-Λυκ Μελανσόν ή ακόμα -στην πιο απίθανη περίπτωση- το φασιστικής νοοτροπίας κόμμα της Μαρίν ΛεΠέν. Στην περίπτωση αυτή ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ορίσει τον νικητή ή την νικήτρια πρωθυπουργό και η διακυβέρνηση της χώρας θα καταστεί προβληματική με επιπτώσεις στην πορεία της Ένωσης.
(Φωτογραφία από την ιστοσελίδα της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης)
Αν και η πιθανότητα νίκης της αντιπολίτευσης -αριστεράς ή δεξιάς δεν έχει τόση σημασία- δείχνει απόμακρη, χάρη στο στρεβλό και ελάχιστα δημοκρατικό εκλογικό σύστημα (χειρότερο μόνον στο Ηνωμένο Βασίλειο θα βρούμε)- θεωρείται ήδη δεδομένη η αποδυνάμωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, προς όφελος της αντιπολίτευσης. Στην περίπτωση αυτή η κυβερνητική/προεδρική πλειοψηφία θα αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες στην Εθνοσυνέλευση (το Γαλλικό Κοινοβούλιο) για να περάσει νόμους με την πολιτική της ή ακόμα οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια σοβαρή δυσκολία θα προκύψει από τον πρόεδρο της επιτροπής οικονομικών και προϋπολογισμού της Εθνοσυνέλευσης, ο οποίος παραδοσιακά προέρχεται από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το κόμμα του Μελανσόν «Ανυπότακτη Γαλλία», το οποίο είναι το κυρίαρχο στον συνασπισμό των κομμάτων της αριστεράς και της οικολογίας, πρεσβεύει την «ανυπακοή» σε κοινοτικές πολιτικές με τις οποίες διαφωνεί, όπως για παράδειγμα η μεταρρύθμιση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), την οποία έχει ήδη εγκρίνει η τελευταία κυβέρνηση Μακρόν.
Την πολιτική της «ανυπακοής» σε κοινοτικές αποφάσεις και οδηγίες εφαρμόζουν με τον δικό τους τρόπο ο Όρμπαν της Ουγγαρίας και ο ισχυρός άνδρας της Πολωνίας Γιάροσλαβ Κατζίνσκι (παρεμπιπτόντως έχει περίπου τις ίδιες υπερεξουσίες με τον Γάλλο συνάδελφό του). Οι δύο όμως αυτές χώρες δεν έχουν προφανώς την επιρροή και την εμβέλεια της Γαλλίας, ενώ η οικονομική πραγματικότητα τους προσγειώνει συχνά-πυκνά και τους αναγκάζει να σιωπήσουν και να συμβιβαστούν για να μη χάσουν κοινοτικά κονδύλια.
Μπορεί η εξωτερική και αμυντική πολιτικές να είναι προεδρικό προνόμιο, αλλά σε περίπτωση συγκυβέρνησης («συγκατοίκηση» την ονομάζουν οι Γάλλοι και συνέβη δύο φορές στη διάρκεια της πέμπτης δημοκρατίας, δηλαδή από το 1958 μέχρι σήμερα, με Μιτεράν πρόεδρο και Σιράκ πρωθυπουργό και με Σιράκ πρόεδρο και Ζοσπέν πρωθυπουργό) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να αγνοήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και την άποψη του πρωθυπουργού τον όποιο ο ίδιος όρισε, αλλά είναι ο βασικός πολιτικός αντίπαλός του.
Από τις δημοσκοπήσεις προκύπτει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προκύψει «συγκατοίκηση» του Μακρόν με τον Μελανσόν ή την ΛεΠέν και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποφύγει -μέχρι τις επόμενες εκλογές, βουλευτικές και προεδρική, σε πέντε χρόνια- ένα ακόμα εφιάλτη.
Στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση η διακύβευση αφορά βασικά τη Γαλλία, το ερώτημα όμως είναι γιατί τα τελευταία είκοσι χρόνια η επιρροή της φασιστικής ακροδεξιάς και πιο πρόσφατα της ριζοσπαστικής ακροαριστεράς διευρύνεται; Κατά τη γνώμη μου τέσσερις λέξεις δίνουν την απάντηση, «αναχρονιστικό και στρεβλό πολιτικό σύστημα».
Αναντιστοιχία ψήφων με εκλεγμένους
Η Γαλλία είναι Δημοκρατία. Πόσο δημοκρατικό είναι όμως ένα σύστημα εκλογής αντιπροσώπων του λαού -διάβαζε βουλευτές και τοπικοί άρχοντες- το οποίο δεν επιτρέπει στο ένα τρίτο των ψηφοφόρων να εκπροσωπούνται; Για παράδειγμα στην εκλογική περιφέρεια «Α» ο εκπρόσωπος του κόμματος «Χ» συγκεντρώνει 47% των ψήφων στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών. Στο δεύτερο γύρο όμως εκλέγεται βουλευτής ο υποψήφιος του κόμματος «Ψ» ο οποίος στον πρώτο γύρο είχε συγκεντρώσει μόλις 12,5% των ψήφων, καθώς οι υποψήφιοι των κομμάτων «Σ», «Τ» και «Ψ» αποφάσισαν να παρακάμψουν τις διαφορές τους και να ενώσουν τα κουκιά τους, τα οποία στον πρώτο γύρο ήταν 21, 19 και 12,5%, προκειμένου να μην εκλεγεί ο εκπρόσωπος του κόμματος του 47%. Στην υπό διάλυση Εθνοσυνέλευση το κόμμα της ΛεΠέν έχει μόνον 8 βουλευτές από τους 577 συνολικά.
Πολλοί θα υποστηρίξουν ότι με το αντιδημοκρατικό αυτό σύστημα δημιουργείται μια ζώνη ασφαλείας (στο Βέλγιο το λένε cordon sanitaire, δηλαδή ζώνης υγιεινής), χάρη στην οποία συνεργαζόμενες δημοκρατικές δυνάμεις αποτρέπουν την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία. Όμως στην πράξη το σύστημα αυτό έχει ενισχύσει το φασιστικό κόμμα της ΛεΠέν και έχει οδηγήσει σε διάλυση τα δυο μεγάλα παραδοσιακά κόμματα, αυτά των σοσιαλιστών και της κεντροδεξιάς. Από τη διάλυση των κομμάτων αυτών αναδύθηκε το κόμμα του Μακρόν του οποίου όμως η μακροβιότητα δεν είναι δεδομένη καθώς σ’ αυτό συνυπάρχει «κάθε καρυδιάς καρύδι», που θα ‘λεγε και η γιαγιά μου. Τί ενώνει φιλελεύθερους, νεοφιλελεύθερους, συντηρητικούς κρατικιστές, παλαιοσοσιασλιστές και κάποιους σκόρπιους οικολόγους, πέρα από τον αυτοσκοπό της εξουσίας; Η κατάσταση αυτή προδιαγράφει το ζοφερό μέλλον του συγκεκριμένου πολιτικού σχήματος, το οποίο είναι καταδικασμένο να περάσει στην αφανή πλευρά της ιστορίας. Ο ευφυέστατος Μακρόν έχει ήδη αντιληφθεί τη ζοφερή αυτή προοπτική αυτή, όπως φαίνεται από το σχηματισμό της νέας του κυβέρνησης με πρωθυπουργό την Ελιζαμπέτ Μπόρν, καθώς πραγματοποίησε ανοίγματα προς την κεντροδεξιά και κάποιους/ες από τους εναπομείναντες σοσιαλιστές.
Ο Μακρόν στη διάρκεια της πρώτης εκλογικής εκστρατείας το 2017 είχε υποσχεθεί την αλλαγή του εκλογικού συστήματος προς την απλή αναλογική, έστω και ενισχυμένη. Παρ΄ ότι όμως ο σχετικός νόμος ψηφίστηκε και σε δεύτερη ανάγνωση από την Εθνοσυνέλευση, ο Πρόεδρος Μακρόν δεν τον υπέγραψε με το πρόσχημα της απόρριψης του από τη Γερουσία –ένας ακόμα θεσμός αμφισβητούμενης χρησιμότητας και δημοκρατικής προέλευσης, λόγω των περιορισμών εκλογιμότητας. Η ψήφος της Γερουσίας έχει ουσιαστικά συμβουλευτική αξία και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είναι υποχρεωμένος να τη λάβει υπόψη του, όταν εγκρίνεται σε δεύτερη ανάγνωση από ην Εθνοσυνέλευση.
Επικρίνοντας το παρόν εκλογικό σύστημα δεν εγκατέλειψα αιφνιδίως τις βαθύτατες δημοκρατικές μου ρίζες και φυσικά δεν επιθυμώ την άνοδο της φασιστικής δεξιάς στην εξουσία. Πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι η διαρκής προσπάθεια περιθωριοποίησής της επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Επιπλέον, ο εκνευρισμός και η απογοήτευση των ψηφοφόρων οδηγεί σε ακραίες αντιδράσεις, όπως το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων», οι οποίες δεν έχουν κοινή ιδεολογικο-πολιτική βάση και πολλές φορές δεν έχουν κανένα ιδεολογικό-πολιτικό υπόβαθρο .
Προεδρικές υπερεξουσίες
Η Γαλλία είναι Δημοκρατία. Όμως πόσο δημοκρατικές είναι οι υπερεξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος μπορεί να διαλύσει τηνΕθνοσυνέλευση και να προκηρύξει εκλογές, χωρίς να χρειάζεται να λογοδοτήσει σε κάποιο εκλεγμένο θεσμικό όργανο; Ή ακόμα μπορεί να «πατήσει» από μόνος του το κουμπί του πυρηνικού όπλου; Ή έχει λόγο στον διορισμό των υπουργών της κυβέρνησης που προέρχονται από κόμμα της αντιπολίτευσης που πλειοψήφησε και είναι αναγκασμένος -εκ των πραγμάτων κι όχι συνταγματικά- να ορίσει πρωθυπουργό τον αρχηγό του αντιπάλου κόμματος; Παρόμοιες εξουσίες δεν διαθέτει, για παράδειγμα, ούτε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, σε αντίθεση με «δημοκρατικά» εκλεγμένους προέδρους κάποιων άλλων χωρών.
Οι αναγκαίες αλλαγές
Για να αποφευχθούν μελλοντικά ψυχοδράματα σε Γαλλία και Ευρώπη θα πρέπει ο Πρόεδρος Μακρόν να τολμήσει ριζικές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος. Μερικές από αυτές θα μπορούσαν να είναι οι ακόλουθες:
Πρώτη είναι η υιοθέτηση της αναλογικής, έστω και ενισχυμένης, στις εκλογές των αντιπροσώπων του λαού (βουλευτικές, περιφερειακές και τοπικές εκλογές). Χειρότερο εκλογικό σύστημα έχει μόνον το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά εκεί ισχύει από τον 11ο αιώνα και είναι γνωστή η προσήλωση των Άγγλων στις παραδόσεις, δεν είναι όμως δυνατόν να μείνει τόσο πίσω η Γαλλία.
Δεύτερη είναι η κατάργηση της Γερουσίας, η οποία κατά τη γνώμη μου δεν χρειάζεται. Οι 577 βουλευτές του Εθνοσυνέλευσης φτάνουν και περισσεύουν. Η Γερουσία με προεδρεύοντα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και 348 μέλη, εκ των οποίων το 20% είναι διορισμένα και υπόλοιποι άνω των 30 ετών δεν αποτελεί αντισταθμιστική θεσμική εξουσία στον Πρόεδρο, αλλά στην Εθνοσυνέλευση.
Τρίτη ο δημοκρατικός έλεγχος των προεδρικών εξουσιών. Μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκλέγεται απ’ ευθείας από το λαό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να κυβερνά εντελώς ανεξέλεγκτος, να διαλύει κατά το δοκούν την Εθνοσυνέλευση ή ακόμα πιο επικίνδυνο, να διαχειρίζεται μόνος του την πυρηνική δύναμη της χώρας.
Comments